Απαντήσεις σε πολλά μελισσοκομικά θέματα δίδονται η απο την εμπειρία παλιών μελισσοκόμων η απο τα αποτελέσματα ερευνών-πειραμάτων.Στην προκειμένη περίπτωση εχουμε στοιχεία τόσο απο εμπειρίες μελισσοκόμων οσο και απο αποτελέσματα ερευνών.
Περίσκεψις
3.10.24
Η χρησιμότητα της δεύτερης εισόδου στην κυψέλη
1.10.24
Το βάψιμο των κυψελών
Σήμερα λοιπόν θα ασχοληθούμε διεξοδικά με αυτό το ζήτημα και θα περιγράψουμε όλους τους γνωστούς (?) τρόπους βαφής των κυψελών μας, αποκαλύπτοντας τα συν και τα πλην του καθενός από αυτούς. Πριν όμως να προχωρήσουμε στην περιγραφή αυτών των τρόπων βαφής, καλό θα είναι να απαντήσουμε στο εξής κρίσιμο ερώτημα: Τι εννοούμε, όταν λέμε «καλή βαφή»?
Εννοούμε μια βαφή που να κάνει σχεδόν αθάνατες τις κυψέλες μας?
Εννοούμε μια βαφή που να εφαρμόζεται εύκολα και γρήγορα?
Εννοούμε μια βαφή που να είναι φτηνή?
Εννοούμε μια βαφή που να μην είναι επικίνδυνη για την υγεία μας, το περιβάλλον και για τις μέλισσες?
Εννοούμε μια βαφή που το φρεσκάρισμά της, τα επόμενα χρόνια, θα γίνεται εύκολα?
Ή μήπως εννοούμε μια βαφή που δεν θα μας «απαγορεύει» στο μέλλον να αλλάξουμε τρόπο και υλικά και να πάμε σε κάποια άλλη εφαρμογή, αν έτσι αποφασίσουμε?
Από τις απαντήσεις που θα δώσουμε σε όλα αυτά τα ερωτήματα, θα κριθεί και ο τρόπος που θα αποφασίσουμε να βάψουμε «εξωτερικά» τις κυψέλες μας. Και το διευκρινίζουμε αυτό, γιατί οι κυψέλες των μελισσών δεν χρειάζονται προστατευτικό βάψιμο στο εσωτερικό τους.
Τη δουλειά αυτή την αναλαμβάνουν να την κάνουν οι ίδιες οι μέλισσες, που στεγανοποιούν και απολυμαίνουν τις εσωτερικές επιφάνειες με τη χρήση της πρόπολης που, όπως είναι γνωστό, την παράγουν από τη συλλογή ρητινωδών εκκρίσεων κάποιων φυτών, που στη συνέχεια αναμειγνύουν με κερί, γύρη, ένζυμα και άλλες ουσίες. Το αποτέλεσμα είναι το παράγωγο αυτό των μελισσιών, να έχει δραστικές μικροβιοκτόνες ιδιότητες και να αποτελεί ένα άριστο «συντηρητικό» και στεγανωτικό υλικό.
Να αναφέρουμε ακόμα, πως, ειδικά για τις καινούργιες κυψέλες, ανεξάρτητα από το τρόπο βαφής που θα επιλέξουμε, είναι απαραίτητο να κάνουμε κάποια προεργασία στις «παρθένες», εξωτερικές, ξύλινες επιφάνειες τους. Κατ αρχάς καίμε με φλόγιστρο όλους τους ρόζους και τις χαραμάδες που έχουν ρετσίνια. Απομακρύνουμε τους ρόζους που κουνιούνται και στη θέση τους βάζουμε ξύλινες τάπες. Στη συνέχεια στοκάρουμε τα σημεία αυτά και αφού στεγνώσει ο στόκος τα περνάμε ένα γιαλοχαρτάρισμα.
Πολλοί κατασκευαστές έχουν ήδη κάνει, στα σώματα των κυψελών, αυτή την προεργασία και έτσι μας απαλλάσσουν από αυτή τη φάση κατεργασίας. Αλλά και οι κυψέλες που είναι φτιαγμένες από κόντρα πλακέ θαλάσσης, δεν χρειάζονται όλη αυτή τη φασαρία.
Μετά από όλες αυτές τις διευκρινήσεις, ας ξεκινήσουμε την παρουσίαση των ποιο γνωστών τρόπων βαψίματος των κυψελών.
ΒΑΦΗ ΜΕ ΠΑΡΑΦΙΝΗ.
Η παραφίνη είναι ένα χημικό παράγωγο του πετρελαίου που έχει υποστεί κατάλληλη επεξεργασία και έχει χαρακτηριστεί «ουδέτερη», από πλευράς τοξικότητας.
Στο εμπόριο κυκλοφορεί σε πλάκες, που όταν θερμανθούν υγροποιούνται και στη συνέχεια η εφαρμογή της μπορεί να γίνει είτε με πινέλο, είτε με εμβάπτιση.
Για να γίνει η εφαρμογή με εμβάπτιση, που είναι και η πιο συνηθισμένη, απαιτείται κάποιος «ειδικός εξοπλισμός», που συνίσταται από ένα σιδερένιο κουτί διαστάσεων 40Χ60Χ60 εκατοστά ύψος, που επικάθεται πάνω σε μια μεγάλη εστία γκαζιού. Απαιτείται ακόμα μια ιδιοσυσκευή από στραντζαριστά για την καταβύθιση των κυψελών μέσα στην παραφίνη.
Οι πλάκες της παραφίνης τοποθετούνται μέσα σιδερένιο κουτί και αφού θερμανθούν και λιώσουν, γίνεται η εμβάπτιση των σωμάτων για 3-5 λεπτά σε θερμοκρασία περίπου 170ο C.
Η παραφίνη δεν χρωματίζει το ξύλο. Υπάρχουν όμως ιδικές χρωστικές που μπορούν να διαλυθούν μέσα σε αυτή, όταν βρίσκεται σε υγρή κατάσταση.
Πλεονεκτήματα:
Πετυχαίνει το απόλυτο κλείσιμο όλων των αρμών και των χαραμάδων της κυψέλης με αποτέλεσμα την αποτελεσματική καταπολέμηση του κηρόσκορου, αφού δεν βρίσκει μέρος να εναποθέσει τα αυγά του.
Δημιουργεί ένα κάλυμμα απομόνωσης της υγρασίας, έξω και μέσα. (?).
Προσφέρει σχετική θερμομόνωση στις κυψέλες.
Χαρίζει μακροζωία στις κυψέλες.
Μειονεκτήματα:
Απαιτεί ειδικό εξοπλισμό.
Εγκυμονεί κινδύνους ανάφλεξης και αυτανάφλεξης (πάνω από του 200ο C)
Απαιτεί εμπειρία.
Έχει σχετικά μεγάλο κόστος εφαρμογής..
Καλύπτει και το εσωτερικό των κυψελών, κάτι που όπως αναφέρουμε πιο πάνω δεν χρειάζεται και δεν πρέπει να γίνεται.
ΒΑΦΗ ΜΕ ΛΙΝΕΛΑΙΟ:
Το λινέλαιο είναι ένα λάδι φυτικής προέλευσης, απόλυτα ασφαλές στη χρήση του.
Εφαρμόζεται με πινέλο σε θερμοκρασία δωματίου, ή κατόπιν θέρμανσης σε υψηλότερες θερμοκρασίες για καλύτερη επίστρωση και απορρόφηση από το ξύλο. Περνάμε δυο χέρια τις εξωτερικές επιφάνειες της κυψέλης, αφού όμως έχουμε ρίξει ανάλογη ποσότητα στεγνωτικού μέσα στη μάζα του λινελαίου.
Το δεύτερο χέρι το περνάμε αφού έχει στεγνώσει καλά το πρώτο και για να γίνει αυτό απαιτούνται αρκετές ημέρες. Στη συνέχεια βάφουμε ένα χέρι Μίνιο και όταν στεγνώσει και αυτό, περνάμε ένα χέρι υπόστρωμα (βελατούρα) και κατόπιν δυο χέρια λαδομπογιά (ριπολίνη).
Πλεονεκτήματα:
Οι κυψέλες διατηρούνται για αρκετά χρόνια σε καλή κατάσταση.
Βάφονται μόνο οι εξωτερικές επιφάνειες.
Μειονεκτήματα:
Η εφαρμογή αυτή απαιτεί πολλά υλικά, άρα έχει και μεγάλο κόστος.
Θέλει πολύ χρόνο και πολλές εργατοώρες.
Τα στεγανωτικά που χρησιμοποιούνται για το λινέλαιο, περιέχουν μεταλλικά άλατα του μαγγανίου, του κοβαλτίου και του σιδήρου, που είναι επιβλαβή, όταν τα εισπνέουμε.
Το καλό μίνιο του μολύβδου, είναι αποδεδειγμένα καρκινογόνο.
Οι βελατούρες, οι ριπολίνες και γενικά όλες τις αλκυδικές λαδομπογιές αλλά και τα συντηρητικά και τα βερνίκια ξύλου που αραιώνονται με white spirit, νέφτι, και διαλυτικό νίτρου, περιέχουν ξυλόλιο, τολουόλιο, και άλλους οργανικούς αρωματικούς διαλύτες, αρκετοί από τους οποίους είναι αποδεδειγμένα καρκινογόνοι.
Να αναφέρουμε ακόμα πως τα παραπάνω χρώματα δεν έχουν καμία ελαστικότητα, έχουν μηδενική διαπερατότητα υδρατμών και εγκλωβίζουν την υγρασία σαπίζοντας το ξύλο σταδιακά. Με το πέρασμα του χρόνου σκληραίνουν, σπάνε και ξεφλουδίζουν. Επιπλέον επιβαρύνουν την υγεία των μελισσών αλλά και των μελισσοκόμων, λόγω της περιεκτικότητας σε διαλύτες και ειδικά πρόσμικτα.
Σε περίπτωση φρεσκαρίσματος, απαιτείται προεργασία. (ξύσιμο, στοκάρισμα κλπ)
ΒΑΦΗ ΜΕ ΕΛΑΣΤΟΜΕΡΗ ΜΟΝΩΤΙΚΑ.
Είναι τα υδατοδιαλυτά εκείνα στεγανωτικά που μονώνουμε τις ταράτσες Οι μπογιές αυτές έχουν άριστη πρόσφυση και στο ξύλο, όπως σε κάθε πορώδη επιφάνεια. Παρέχουν άριστη θερμομόνωση και υγρομόνωση. Είναι πολύ πηχτές και αραιώνονται με νερό.
Ξεκινάμε την εφαρμογή περνώντας χωρίς καμία αραίωση, μόνο τις ενώσεις των κυψελών..
Όταν στεγνώσει αυτή η επίστρωση, κάτι που συμβαίνει γρήγορα, περνάμε το πρώτο χέρι, αφού προηγουμένως έχουμε αραιώσει πολύ το υλικό με νερό. Αυτή η επίστρωση λειτουργεί σαν αστάρι.
Αφού στεγνώσει και αυτή η επίστρωση, περνάμε άλλα 3-4 χέρια με πηχτή μπογιά (10% αραίωση)
Πλεονεκτήματα:
Χρησιμοποιούμε ένα μόνο υλικό για όλα τα χέρια βαψίματος.
Έχει σχετικά χαμηλό κόστος – στοιχίζει 4 με 5ευρω/κιλό.
Ο συνολικός χρόνος στεγνώματος δεν υπερβαίνει το δεκάωρο σε καλές θερμοκρασίες.
Είναι εντελώς άοσμο (υδατοδιαλυτό) και δεν έχει επικίνδυνες αναθυμιάσεις κατά την ώρα του βαψίματος
Έχει μεγάλη πρόσφυση και μεγάλη επικαλυπτικότητα.
Έχει ελαστικότητα που τη διατηρεί για αρκετά χρόνια, αντέχοντας στις διαστολές και συστολές του ξύλου .
Είναι πολύ καλό θερμομονωτικό και υγρομονωτικό υλικό.
Μειονεκτήματα:
Δεν μπορούμε να βάψουμε τα χείλη (σόκορα) των κυψελών μας, γιατί τον πρώτο καιρό κολλάνε. Το ίδιο συμβαίνει και κατά τη βαφή, αν τοποθετήσουμε το ένα πάτωμα πάνω στο άλλο.
Δεν δίνει καλή εμφάνιση – αν μας ενδιαφέρει.
Αν η εξωτερική πλευρά της κυψέλης πληγωθεί κάπου και γδαρθεί η μπογιά, τότε υπάρχει κίνδυνος να εισχωρήσει από αυτό το σημείο υγρασία και να διαποτίσει τη γύρω επιφάνεια που δεν θα μπορέσει να την αποβάλει, λόγω ακριβώς της απόλυτης στεγανώτητας που προσφέρει αυτή η εφαρμογή.
Σε περίπτωση που στο μέλλον, θελήσουμε να εφαρμόσουμε κάποιον άλλο τρόπο βαφής, τότε απαιτείται αφαίρεση του παλιού υλικού, που γίνεται με φλόγα ή με εμβάπτιση σε ...παραφύνη.
ΒΑΦΗ ΜΕ ΥΔΑΤΟΔΙΑΛΥΤΑ ΑΚΡΥΛΙΚΑ ΧΡΩΜΑΤΑ
Τα χρώματα αυτά αραιώνονται με νερό και η εφαρμογή τους είναι πανεύκολη. Δεν περιέχουν βαρέα μέταλλα, θεωρούνται υποτοξικά, δουλεύονται εύκολα και στεγνώνουν γρήγορα.
Περνάμε στην αρχή ένα χέρι ακρυλικής υδατοδιαλυτής βελατούρας και αφού στεγνώσει περνάμε δυο χέρια ακρυλικής ριπολίνης νερού.
Πλεονεκτήματα:
Είναι άοσμο (κατάταξη Α+), υδατοδιαλυτό, εύκολο στην εφαρμογή και φιλικό στις μέλισσες και στο μελισσοκόμο.
Έχει πολύ καλή καλυπτικότητα
Είναι ανθεκτικό στη βροχή μετά από 1 ώρα και μπορούμε να περάσουμε 2 χέρια την ίδια μέρα, γιατί στεγνώνει γρήγορα.
Προσφέρει άριστη εμφάνιση, εξαιρετικές αντοχές σε αντίξοες καιρικές συνθήκες, όπως οι ηλιακές ακτίνες UV, η βροχή, ο παγετός και οι υψηλές ή οι χαμηλές θερμοκρασίες.
Έχει ικανοποιητικό χρόνο ζωής
Ρυθμίζει την υγρασία του ξύλου, αφήνοντας το να αναπνέει.
Έχει εξαιρετική πρόσφυση στο ξύλο και αρκετά καλή στις γαλβανιζέ επιφάνειες,
Υπάρχει σε χιλιάδες αποχρώσεις.
Έχει λογικό κόστος εφαρμογής (4-5 ευρώ / κιλό)
Η κυψέλη βάφεται μόνο εξωτερικά.
Μειονεκτήματα:
Ολοκληρώνοντας το άρθρο μας αυτό, γίνεται φανερό πως ανάλογα με την απάντηση που έχουμε δώσει στο αρχικό μας ερώτημα : «τι θεωρούμε καλή βαφή?», θα επιλέξουμε και τον τρόπο βαφής που βρίσκεται πιο κοντά στις δικές μας προτεραιότητες.
Θα πρέπει όμως να επισημάνουμε πως, κατά τη γνώμη μας, οι νέοι μελισσοκόμοι που δεν έχουν ούτε ανάλογη εμπειρία, ούτε κατάλληλο εξοπλισμό, θα πρέπει να ξεκινήσουν εφαρμόζοντας μια από τις δυο τελευταίες μεθόδους, που δεν εγκυμονούν κανένα κίνδυνο ασφάλειας ή υγείας, ούτε για τους ίδιους, ούτε για τις μέλισσες, μα ούτε και για το περιβάλλον.
Τέλος θα πρέπει να διευκρινίσουμε πως για τα καπάκια και για τις βάσεις των κυψελών, μπορούμε να εφαρμόσουμε έναν από τους πιο πάνω τρόπους βαφής, που δεν είναι απαραίτητο να είναι ίδιος με αυτόν της βαφής των σωμάτων, αν κρίνουμε ότι έτσι μας βολεύει και ότι έτσι προσφέρουμε καλύτερη προστασία στα μέρη αυτά!
Επιμέλεια: Μανόλης Δερματης, ερευνητής μελισσοκόμος, συγγραφέας του βιβλίου "Η Ιστορία Μιας Βασίλισσας"
28.9.24
Απαραίτητοι μελισσοκομικοί χειρισμοί
Ασθένειες
Τροφοδοσία
Χειρισμός σμηνών
Γόνος
Βασίλισσα
Διαχείμαση
26.9.24
Μελισσοκομικές εργασίες Οκτωβρίου
Οι εργασίες αυτού του μήνα επικεντρώνονται στη παραγωγή πευκόμελου για τους περισσότερους μελισσοκόμους. Υπάρχει όμως μεγάλος αριθμός μελισσοκόμων που δεν μεταφέρουν τα μελίσσια τους στα πεύκα,κυρίως λόγω απόστασης ή άλλου λόγου που αφορά τον προγραμματισμό εκμετάλλευσης των μελισσιών.
Η αναζήτηση γυρεοφόρων ανθοφοριών είναι επιτακτική ανάγκη.Οι ανθοφορίες της ερείκης, του πολύκομβου της ακονιζάς και άλλων φυτών θα μπορούσαν να είναι η λύση στις απαιτήσεις των μελισσιών. Σε κάθε όμως περίπτωση η παρακολούθηση των μελισσιών για το αν μαζεύουν ή όχι γύρη και εν συνεχεία η τροφοδότηση, αν χρειάζεται, με υποκατάστατο γύρης και διεγερτικά με αραιό σιρόπι, θα βοηθήσει τα μελίσσια να εκθρέψουν γόνο.
Για τα μελίσσια που μεταφέρθηκαν στο πεύκο αργά το Σεπτέμβριο η κατάσταση είναι διαφορετική. Τα μελίσσια αυτά στερήθηκαν ενδεχομένως το "πετυχημένο πεύκο" τον Αύγουστο, έχουν διατηρήσει όμως ακμαίο τον πληθυσμό τους και γόνο σ' αρκετά πλαίσια, ούτως ώστε να μπορούν άνετα να παραμείνουν στο πεύκο όλο τον Οκτώβριο και το 1ο δεκαήμερο του Νοεμβρίου.
Οι μελισσοκόμοι σ' αυτή την περίπτωση πραγματοποιούν και 2 τρύγους αφ' ενός, έχουν δε την προσδοκία ότι τον Νοέμβριο θα βρουν "ανοικτή σουσούρα" για να δυναμώσουν τα μελίσσια.
Ο πρώτος τρύγος αν γίνεται πριν τις 15 Οκτωβρίου είναι "ληστρικός". Δεν τρυγιούνται μόνο τα πλαίσια που έχουν γόνο (συνήθως 1 - 3 ).
Τα πλαίσια αυτά που είναι λογικό να έχουν στεφανώματα με ανθόμελα ή και ποσότητες γύρης, σημαδεύοντας ούτως ώστε να μη τρυγηθούν στον τελευταίο τρύγο. Μ' αυτόν τον τρόπο:
α) παίρνουμε πιο καθαρό πευκόμελο στον δεύτερο τρύγο.
β) αφήνουμε για το χειμώνα πλαίσια με ανθόμελα και γύρη, που είναι πιο κατάλληλα για χειμερινές τροφές.
Αν δεν τα σημαδεύουμε (με μαρκαδόρο) είναι πιθανό να μη τα ξεχωρίζουμε στο τέλος Οκτωβρίου, γιατί τότε ο γόνος θα λείπει εντελώς από τα μελίσσια.
Οι παλιές κηρήθρες πηγαίνουν για λιώσιμο,οι σκούρες αλλά καφέ κηρήθρες επιστρέφονται στα μελίσσια και οι άσπρες φρεσκοκτισμένες διατηρούνται στην αποθήκη για να χρησιμοποιηθούν την άνοιξη.
Αν ξεχειμωνιάσουμε στο πεύκο ή σε περιοχές με πολύ υγρασία τότε μπορούμε να αφήσουμε "ακριανές κηρήθρες" δύο παλιές που θα τις απομακρύνουμε την άνοιξη. Ο λόγος γιατί η μελισσόσφαιρα τον χειμώνα σχηματίζεται στις μεσαίες κηρήθρες και οι δύο ακριανές "μουχλιάζουν" και καταστρέφονται από την περίσσεια υγρασίας.
Λίγα είναι τα μελισσοκομικά φυτά του Οκτωβρίου. Η σουσούρα (φθινοπωρινό ρείκι) λόγω της ξηρασίας είναι σίγουρο ότι θ' αποδώσει μετά τον Οκτώβριο και αφ' όσον προηγηθούν βροχές. Η κουμαριά προς το τέλος του μήνα σ' ορισμένες περιοχές ίσως είναι η λύση. Η ακονιζά ( σκοτζάρι) πρέπει κι' αυτή να υπολογίζεται αυτόν τον μήνα μόνο εφ' όσον έχουμε έστω και μικρού ύψους βροχές.
Ο αρκουδόβατος στα πευκοδάση ή και αλλού είναι σπουδαίο φυτό (λέγεται έτσι γιατί ο αναρριχόμενος εύκαμπτος κορμός του, φέρει φοβερά αγκάθια που δημιουργούν σοβαρές πληγές στα χέρια των απρόσεκτων).Ο κρόκος είναι επίσης σπουδαίο μελισσοκομικό φυτό για τις περιοχές όμως που καλλιεργείται (Δυτ. Μακεδονία). Στα παραθαλάσσια μέρη, το αρμυρίκι φθινοπωρινής άνθισης είναι μια βοηθητική λύση στο πρόβλημα κυρίως της κάλυψης των αναγκών των μελισσιών για γύρη.
Αποσπάσματα Δ.Τσέλιος "Εποχιακοί μελισσοκομικοί χειρισμοί"
24.9.24
Ενδυνάμωση των μικρών μελισσιών το Φθινόπωρο
Η ενδυνάμωση μικρών μελισσιών το φθινόπωρο είναι μια κρίσιμη διαδικασία για την επιβίωσή τους κατά τους χειμερινούς μήνες. Ένα αδύναμο μελίσσι έχει πολύ λιγότερες πιθανότητες να επιβιώσει από τις αντίξοες συνθήκες του χειμώνα.
Γιατί είναι σημαντική η ενδυνάμωση το φθινόπωρο;
- Αύξηση του πληθυσμού: Ένα ισχυρό μελίσσι έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να επιβιώσει από τις ασθένειες και τις παρασιτικές προσβολές.
- Αποθήκευση μελιού: Ένα δυνατό μελίσσι θα συλλέξει και θα αποθηκεύσει περισσότερο μέλι για να τραφεί κατά τη διάρκεια του χειμώνα.
- Γρηγορότερη ανάπτυξη την άνοιξη: Ένα μελίσσι που ξεκινά την άνοιξη με μεγάλο πληθυσμό θα αναπτυχθεί ταχύτερα και θα είναι έτοιμο να εκμεταλλευτεί την οποιαδήποτε ανθοφορία.
Πώς μπορούμε να ενδυναμώσουμε τα μικρά μελίσσια;
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να ενδυναμώσουμε τα μικρά μελισσάκια το φθινόπωρο, όπως:
- Ένωση μελισσιών: Εάν έχουμε πολλά μικρά μελίσσια, μπορούμε να ενώσουμε δύο ή περισσότερα σε ένα μεγαλύτερο και ισχυρότερο.
- Προσθήκη κηρήθρων με γόνο: Μπορούμε να προσθέσετε κηρήθρες με ανοιχτό ή καλυμμένο γόνο από ένα ισχυρό μελίσσι σε ένα αδύναμο.
- Τροφοδότηση: Παρέχουμε στα μελίσσια επαρκείς ποσότητες τροφής, όπως σιρόπι ζάχαρης ή μέλι, για να διασφαλίσουμε ότι θα έχουν αρκετά αποθέματα για τον χειμώνα.
- Προστασία από τις καιρικές συνθήκες: Βεβαιωνόμαστε ότι οι κυψέλες είναι καλά προστατευμένες από τον άνεμο, τη βροχή και το κρύο
- Χρήση γυρεόπιτας:Η προσθήκη γυρεόπιτας μπορεί να βοηθήσει στην ενίσχυση της παραγωγής γόνου, ειδικά σε περιόδους που δεν υπάρχει αρκετή γύρη στη φύση.
- Αντικατάσταση της βασίλισσας:Αν το μικρό μελίσσι έχει μια γηρασμένη ή ανεπαρκή βασίλισσα, η αντικατάστασή της με μια νέα και παραγωγική βασίλισσα μπορεί να βοηθήσει στην ενίσχυση του γόνου και στη γρήγορη αύξηση του πληθυσμού.
- Μείωση του χώρου της κυψέλης:Αν το μελίσσι είναι πολύ μικρό για τον διαθέσιμο χώρο της κυψέλης, μπορούμε να μειώσουμε το χώρο προσθέτοντας διαχωριστικά ώστε οι μέλισσες να συγκεντρωθούν και να ελέγχουν καλύτερα το χώρο τους, διατηρώντας τη θερμοκρασία και την υγρασία σταθερή.
Πότε πρέπει να ξεκινήσουμε την ενδυνάμωση;
Η καλύτερη περίοδος για να ξεκινήσουμε την ενδυνάμωση των μελισσιών εξαρτάται από τις τοπικές κλιματικές συνθήκες. Γενικά, ο Σεπτέμβριος και ο Οκτώβριος είναι οι ιδανικοί μήνες.
Πως θα είναι επιτυχημένη η ενδυνάμωση:
- Επιθεωρούμε τα μελίσσια τακτικά: Παρακολουθούμε την πρόοδο των μελισσιών και προσαρμόζουμε τις ενέργειές μας ανάλογα.
- Χρησιμοποιούμε υγιή μελίσσια: Προσθέτουμε γόνο και κηρήθρες μόνο από υγιή μελίσσια για να αποφύγουμε τη διάδοση ασθενειών.
- Προστατεύουμε τις βασίλισσες: Κατά τη διάρκεια της ένωσης των μελισσιών, φροντίζουμε να αφαιρέσουμε όλες τις βασίλισσες εκτός από μία.
Συμπερασματικά, η ενδυνάμωση των μικρών μελισσιών το φθινόπωρο είναι μια σημαντική πρακτική για την επιβίωσή τους και την παραγωγή μελιού. Με σωστή διαχείριση, μπορούμε να βοηθήσουμε τα μελίσσια μας να περάσουν τον χειμώνα και να αναπτυχθούν δυνατά την άνοιξη.
επικοινωνία:periskepsis@gmail.com
21.9.24
Αντιμετώπιση "επιθετικού" μελισσιού
Εχει τύχει σε όλους σχεδόν τους μελισσοκόμους να βρεθούν αντιμέτωποι με κάποιο επιθετικό μελίσσι παρά την προσεκτική επιθεώρηση που ακολουθούν χωρίς να προκαλούν με οποιονδήποτε δυνατό τρόπο το μελίσσι αυτό.
Κάποιες φορές συμβαίνει ένα μελίσσι να είναι υπερβολικά αμυντικό οχι απο ενέργειες του μελισσοκόμου αλλά απο γενετική προδιάθεση.
Θελω να επισημάνω οτι κάποιοι μελισσοκόμοι θεωρούν οτι ο όρος "επιθετικό" μελίσσι είναι άδικος για την μέλισσα που είναι ενα φύσει αμυντικό πλάσμα.Μάλιστα το κέντρισμα της θεωρείται το έσχατο μέσο άμυνάς της.
Πρώτη μέθοδος
4η ημέρα-το μελίσσι μετακινείται στην αρχική του θέση και συνενώνεται με το κυψελίδιο σύζευξης με την μέθοδο της εφημερίδας.
Δεύτερη μέθοδος
Αυτές οι μέθοδοι είναι μακροπρόθεσμες όμως υπάρχουν λόγοι για τους οποίους πρέπει οπωσδήποτε να επιθεωρήσουμε το επιθετικό μελίσσι διότι θα μπορούσε η επιθετικότητά του να οφείλεται σε επερχόμενη σμηνουργία.
- μετακινούμε την κυψέλη μερικά μέτρα πιο πέρα και στην θέση της τοποθετούμε μια άδεια κυψέλη και επιστρέφουμε αργότερα για επιθεώρηση όταν σχεδόν όλες οι συλλέκτριες έχουν συγκεντρωθεί στην άδεια κυψέλη και δεν μπορούν να μας ενοχλήσουν.Δεν προβαίνουμε σε καμία συνένωση και όταν τελειώσουμε επαναφέρουμε την αρχική κυψέλη στην θέση της.
- ψεκάζουμε τις μέλισσες με νερό αντί να χρησιμοποιήσουμε καπνό ώστε να βαρύνουν τα φτερά τους και να μην μπορούν εύκολα να πετάξουν.Αυτή την τεχνική την χρησιμοποιούμε και στον τρύγο για να μην μυρίζει το μέλι καπνό.
- ψεκάζουμε τις μέλισσες με σιρόπι ζάχαρης 1 προς 1 αντί του καπνίσματος.
- τους ψεκασμούς καλό είναι να τους δοκιμάσουμε σε μια φυσιολογική κυψέλη πρώτα.
επισκεφθείτε μας στο facebook